Έξοδος

1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21 22 23 24 25 26 27 28 29 30 31 32 33 34 35 36 37 38 39 40


Κεφάλαιο 9

ΚΑΙ ο Κύριος είπε στον Μωυσή: Πήγαινε στον Φαραώ, και πες του: Έτσι λέει ο Κύριος, ο Θεός των Εβραίων· εξαπόστειλε τον λαό μου, για να με λατρεύσει·
2 επειδή, αν δεν θέλεις να τον εξαποστείλεις, και αν τους κρατάς ακόμα,
3 πρόσεξε, το χέρι τού Κυρίου θα είναι επάνω στα κτήνη σου, που είναι στο χωράφι, επάνω στα άλογά σου, επάνω στα γαϊδούρια, επάνω στις καμήλες, επάνω στα βόδια, κι επάνω στα πρόβατα· ένα θανατικό υπερβολικά βαρύ·
4 και ο Κύριος θα κάνει διάκριση ανάμεσα στα κτήνη τού Ισραήλ, και στα κτήνη των Αιγυπτίων· και από όλα όσα ανήκουν στους γιους Ισραήλ δεν θα ψοφήσει ούτε ένα.
5 Και ο Κύριος διόρισε καιρό, λέγοντας: Αύριο ο Κύριος θα κάνει αυτό το πράγμα στη γη.
6 Και ο Κύριος έκανε το πράγμα αυτό την επομένη, και ψόφησαν όλα τα κτήνη των Αιγυπτίων· από δε τα κτήνη των γιων Ισραήλ δεν ψόφησε ούτε ένα.
7 Και ο Φαραώ έστειλε να δουν, και να, από τα κτήνη τού Ισραήλ δεν ψόφησε ούτε ένα· όμως, η καρδιά του Φαραώ σκληρύνθηκε, και δεν εξαπέστειλε τον λαό.
8 ΤΟΤΕ, ο Κύριος είπε στον Μωυσή και στον Ααρών: Γεμίστε τα χέρια σας με στάχτη από καμίνι, και ας τη σκορπίσει ο Μωυσής προς τον ουρανό μπροστά στον Φαραώ·
9 και θα γίνει λεπτή σκόνη επάνω σε ολόκληρη τη γη τής Αιγύπτου· και θα γίνει επάνω στους ανθρώπους, κι επάνω στα κτήνη, κάψιμο που θα επιφέρει ελκώδη εξανθήματα, σε ολόκληρη τη γη τής Αιγύπτου.
10 Πήραν, λοιπόν, τη στάχτη από ένα καμίνι, και στάθηκαν μπροστά στον Φαραώ· και ο Μωυσής τη σκόρπισε προς τον ουρανό, και έγινε κάψιμο που επέφερε ελκώδη εξανθήματα επάνω στους ανθρώπους κι επάνω στα κτήνη·
11 και δεν μπορούσαν οι μάγοι να σταθούν μπροστά στον Μωυσή, εξαιτίας του καψίματος· επειδή, το κάψιμο ήταν επάνω στους μάγους, κι επάνω σε όλους τους Αιγυπτίους.
12 Και ο Κύριος σκλήρυνε την καρδιά του Φαραώ, και δεν τους εισάκουσε, όπως ο Κύριος είχε μιλήσει στον Μωυσή.
13 ΚΑΙ ο Κύριος είπε στον Μωυσή: Σήκω το πρωί ενωρίς, και να παρασταθείς μπροστά στον Φαραώ και να του πεις: Έτσι λέει ο Κύριος, ο Θεός των Εβραίων· να εξαποστείλεις τον λαό μου, για να με λατρεύσει·
14 επειδή, αυτή τη φορά, εγώ στέλνω όλες μου τις πληγές επάνω στην καρδιά σου, και στους υπηρέτες σου, κι επάνω στον λαό σου· για να γνωρίσεις ότι δεν υπάρχει κανένας όμοιος με μένα σε ολόκληρη τη γη·
15 επειδή, τώρα, θα εκτείνω το χέρι μου, και θα χτυπήσω εσένα και τον λαό σου με θανατικό, και θα χαθείς από τη γη·
16 επειδή, γι' αυτό βέβαια σε διατήρησα, για να δείξω σε σένα τη δύναμή μου, και να κηρυχθεί το όνομά μου σε ολόκληρη τη γη.
17 Υψώνεις ακόμα τον εαυτό σου ενάντια στον λαό μου, ώστε να μη τον εξαποστείλεις;
18 Δες, αύριο, γύρω σ' αυτή την ώρα, θα βρέξω χαλάζι, υπερβολικά βαρύ, που ποτέ δεν έχει γίνει στη γη της Αιγύπτου, από την ημέρα που θεμελιώθηκε μέχρι σήμερα·
19 τώρα, λοιπόν, απόστειλε να συνάξεις τα κτήνη σου, και όλα όσα έχεις στα χωράφια· επειδή, κάθε άνθρωπος και ζώο, που θα βρεθεί στα χωράφια και δεν φερθεί σε σπίτι, και κατέβει επάνω τους το χαλάζι, θα ψοφήσουν.
20 Όποιος από τους υπηρέτες τού Φαραώ φοβήθηκε τον λόγο τού Κυρίου, σύναξε γρήγορα στα σπίτια τούς δούλους του, και τα κτήνη του·
21 όποιος, όμως, δεν πρόσεξε στον λόγο τού Κυρίου, άφησε τους δούλους του και τα κτήνη του στα χωράφια.
22 Και ο Κύριος είπε στον Μωυσή: Έκτεινε το χέρι σου προς τον ουρανό, και θα γίνει χαλάζι σε ολόκληρη τη γη τής Αιγύπτου, επάνω σε ανθρώπους, κι επάνω σε κτήνη, κι επάνω σε κάθε χορτάρι του χωραφιού στη γη τής Αιγύπτου.
23 Και ο Μωυσής εξέτεινε τη ράβδο του προς τον ουρανό, και ο Κύριος έστειλε βροντές και χαλάζι, και η φωτιά διέτρεχε επάνω στη γη· και ο Κύριος έβρεξε χαλάζι επάνω στη γη τής Αιγύπτου·
24 Και ήταν χαλάζι, και φωτιά, με φλόγες μέσα στο χαλάζι, ένα χαλάζι βαρύ, που ποτέ δεν είχε γίνει επάνω σε ολόκληρη τη γη τής Αιγύπτου, από τότε που έγινε έθνος.
25 Και το χαλάζι χτύπησε σε ολόκληρη τη γη τής Αιγύπτου, κάθε τι που υπήρχε στα χωράφια, από άνθρωπο μέχρι κτήνος· και όλο το χορτάρι τού χωραφιού το χτύπησε το χαλάζι, και όλα τα δέντρα τού χωραφιού τα έσπασε.
26 Μόνον στη γη Γεσέν, όπου ήσαν οι γιοι Ισραήλ, δεν έγινε χαλάζι.
27 Τότε, ο Φαραώ, στέλνοντας κάλεσε τον Μωυσή και τον Ααρών, και τους είπε: Αυτή τη φορά αμάρτησα· ο Κύριος είναι δίκαιος· κι εγώ και ο λαός μου είμαστε ασεβείς·
28 παρακαλέστε τον Κύριο, ώστε να σταματήσουν από το να γίνονται βροντές Θεού και χαλάζι· κι εγώ θα σας εξαποστείλω, και δεν θα μείνετε πλέον.
29 Και ο Μωυσής τού είπε: Καθώς θα βγω από την πόλη, θα σηκώσω τα χέρια μου στον Κύριο· οι βροντές θα σταματήσουν και το χαλάζι δεν θα υπάρχει πλέον· για να γνωρίσεις ότι του Κυρίου είναι η γη·
30 όμως, εσύ και οι υπηρέτες σου, ξέρω ότι ακόμα δεν θα φοβηθείτε από το πρόσωπο του Κυρίου τού Θεού.
31 Και χτυπήθηκαν το λινάρι και το κριθάρι· επειδή, το κριθάρι ήταν σταχυωμένο, και το λινάρι καλαμωμένο·
32 το σιτάρι, όμως, και η βρίζα δεν χτυπήθηκαν, επειδή ήσαν όψιμα.
33 Και ο Μωυσής βγήκε από τον Φαραώ, έξω από την πόλη, και άπλωσε τα χέρια του προς τον Κύριο· και οι βροντές και το χαλάζι σταμάτησαν, και δεν έσταξε πλέον βροχή επάνω στη γη.
34 Και όταν ο Φαραώ είδε ότι σταμάτησαν η βροχή και το χαλάζι και οι βροντές, εξακολούθησε να αμαρτάνει και σκλήρυνε την καρδιά του, αυτός και οι υπηρέτες του.
35 Και η καρδιά τού Φαραώ σκληρύνθηκε, και δεν εξαπέστειλε τους γιους Ισραήλ, όπως ο Κύριος είχε μιλήσει διαμέσου του Μωυσή.