2 Βασιλέων

1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21 22 23 24 25


Κεφάλαιο 22

Ο ΙΩΣΙΑΣ ήταν ηλικίας οκτώ χρόνων όταν βασίλευσε, και βασίλευσε στην Ιερουσαλήμ 31 χρόνια· και το όνομα της μητέρας του ήταν Ιεδιδά, θυγατέρα τού Αδαϊα, από τη Βοσκάθ.
2 Και έπραξε το ευθύ μπροστά στον Κύριο, και περπάτησε σε όλους τούς δρόμους τού πατέρα του, του Δαβίδ, και δεν ξέκλινε δεξιά ή αριστερά.
3 Και στον 18ο χρόνο τού βασιλιά Ιωσία, ο βασιλιάς έστειλε τον Σαφάν, τον γιο τού Αζαλία, γιου τού Μεσουλλάμ, τον γραμματέα, στον οίκο τού Κυρίου, λέγοντας:
4 Ανέβα στον Χελκία, τον μεγάλο ιερέα, και πες του να μετρήσει το ασήμι, που μπήκε μέσα στον οίκο τού Κυρίου, το οποίο συγκέντρωσαν από τον λαό εκείνοι που φυλάττουν τη θύρα·
5 και ας το παραδώσουν στο χέρι εκείνων που εκτελούν τα έργα, αυτών που επιστατούν στον οίκο τού Κυρίου· κι εκείνοι ας το δώσουν στους εργαζόμενους τα έργα, που γίνονται μέσα στον οίκο του Κυρίου, για να επισκευάσουν τα χαλάσματα του οίκου,
6 στους ξυλουργούς, και τους οικοδόμους, και τους τοιχοποιούς, και για να αγοράσουν ξύλα, και πελεκητές πέτρες, για να επισκευάσουν τον οίκο.
7 Όμως, δεν γινόταν μαζί τους κανένας λογαριασμός για το ασήμι που δινόταν στα χέρια τους, επειδή εργάζονταν με πιστότητα.
8 Και ο Χελκίας, ο μεγάλος ιερέας, είπε στον Σαφάν, τον γραμματέα: Βρήκα το βιβλίο τού νόμου μέσα στον οίκο τού Κυρίου. Και ο Χελκίας έδωσε το βιβλίο στον Σαφάν, και το διάβασε.
9 Και ήρθε ο Σαφάν, ο γραμματέας, προς τον βασιλιά, και ανέφερε έναν λόγο στον βασιλιά, και είπε: Οι δούλοι σου συγκέντρωσαν το ασήμι αυτό που βρέθηκε στον οίκο, και το παρέδωσαν στο χέρι εκείνων που εκτελούν τα έργα, αυτών που επιστατούν στον οίκο τού Κυρίου.
10 Και ο Σαφάν ο γραμματέας ανήγγειλε στον βασιλιά, λέγοντας: Ο Χελκίας, ο ιερέας, μού έδωσε ένα βιβλίο. Και ο Σαφάν το διάβασε μπροστά στον βασιλιά.
11 Και καθώς ο βασιλιάς άκουσε τα λόγια τού βιβλίου τού νόμου, έσχισε τα ιμάτιά του.
12 Και ο βασιλιάς πρόσταξε τον Χελκία, τον ιερέα, και τον Αχικάμ, τον γιο τού Σαφάν, και τον Αχβώρ, τον γιο τού Μιχαϊα, και τον Σαφάν τον γραμματέα, και τον Ασαϊα, τον δούλο τού βασιλιά, λέγοντας:
13 Πηγαίνετε, ρωτήστε τον Κύριο για μένα, και για τον λαό, και για ολόκληρον τον Ιούδα, για τα λόγια αυτού του βιβλίου, που βρέθηκε· επειδή, είναι μεγάλη η οργή τού Κυρίου που άναψε εναντίον μας, επειδή, οι πατέρες μας δεν υπάκουσαν στα λόγια αυτού του βιβλίου, ώστε να κάνουν σύμφωνα με τα γραμμένα για μας.
14 Τότε, ο Χελκίας ο ιερέας, και ο Αχικάμ, και ο Αχβώρ, και ο Σαφάν, και ο Ασαϊας, πήγαν στην Όλδα, την προφήτισσα, τη γυναίκα τού Σαλλούμ, γιου τού Τικβά, γιου τού Αράς, του ιματιοφύλακα· (κι αυτή κατοικούσε στην Ιερουσαλήμ, προς το Μισνέ)· και μίλησαν μαζί της.
15 Και τους είπε: Έτσι λέει ο Κύριος ο Θεός τού Ισραήλ: Πείτε στον άνθρωπο που σας έστειλε σε μένα:
16 Έτσι λέει ο Κύριος: Δες, εγώ φέρνω κακά επάνω σ' αυτόν τον τόπο, κι επάνω στους κατοίκους του, όλα τα λόγια τού βιβλίου, που ο βασιλιάς τού Ιούδα διάβασε·
17 επειδή, με εγκατέλειψαν, και θυμίασαν σε άλλους θεούς, για να με παροργίσουν με όλα τα έργα των χεριών τους· γι' αυτό, θα εκχυθεί ο θυμός μου επάνω σ' αυτόν τον τόπο, και δεν θα σβήσει.
18 Όμως, στον βασιλιά τού Ιούδα, που σας έστειλε να ρωτήσετε τον Κύριο, έτσι θα του πείτε: Έτσι λέει ο Κύριος ο Θεός τού Ισραήλ: Για τα λόγια που άκουσες,
19 επειδή απαλύνθηκε η καρδιά σου, και ταπεινώθηκες μπροστά στον Κύριο, όταν άκουσες όσα μίλησα εναντίον αυτού τού τόπου, και εναντίον των κατοίκων του, ότι θα γίνουν ερήμωση και κατάρα, και έσχισες τα ιμάτιά σου, και έκλαψες μπροστά μου· γι' αυτό κι εγώ εισάκουσα, λέει ο Κύριος·
20 δες, λοιπόν, εγώ θα σε συνάξω στους πατέρες σου, και θα συναχθείς στον τάφο σου με ειρήνη· και τα μάτια σου δεν θα δουν όλα τα κακά, που εγώ θα φέρω επάνω σ' αυτόν τον τόπο. Και έφεραν την απάντηση στον βασιλιά.